προπατόρων

προπατόρων
προπάτωρ
first founder of a family
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Αμιναδάβ — Όνομα βιβλικών προσώπων. Σπουδαιότερος από αυτούς είναι ο γιος του Ραμ, από τη φυλή του Ιούδα. Αυτός αναφέρεται μεταξύ των προπατόρων του Ιησού (Ματθ. α’, 4, Λουκά γ’, 33). Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων …   Dictionary of Greek

  • Ιακώβ — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. ο πατριάρχης. Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν γιος του Ισαάκ. Αφού σφετερίστηκε με τέχνασμα τα πρωτοτόκια από τον δίδυμο αδελφό του, Ησαύ, πήγε να υπηρετήσει τον θείο του Λάβαν, παντρεύτηκε τις κόρες του,… …   Dictionary of Greek

  • Ιάρεδ — Βιβλικό πρόσωπο, άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ήταν γιος του Μελελεήλ και τρισέγγονος του Αδάμ (Γένεσις, ε’ 15). Ανήκε στη γραμμή των προπατόρων του Χριστού. Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη, έγινε πατέρας του Ενώχ σε ηλικία 162 ετών και… …   Dictionary of Greek

  • Ιωσήφ — I Όνομα ιεραρχών της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ι. (; – 1755). Μητροπολίτης Τυρνόβου (1714 22) και έξαρχος Βουλγαρίας. Καταγόταν από τα Ιωάννινα. Όταν παραιτήθηκε από τη θέση του μητροπολίτη (1722) πήγε στο Βουκουρέστι, όπου έζησε δύο χρόνια,… …   Dictionary of Greek

  • Καϊνάν — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίοι αναφέρονται στην Παλαιά Διαθήκη. 1. Κ. ο δίκαιος. Γιος του Αρφάδακα, προπάτορας του Χριστού (Λουκ. γ’ 36). Η μνήμη του τμάται την Κυριακή των Προπατόρων. 2. Κ. ο δίκαιος. Γιος του Ενώς,… …   Dictionary of Greek

  • Σηθ — Άγιος της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Ήταν γιος του Αδάμ, πατέρας του Ενώς και πρόγονος του Ιησού. Έζησε, κατά την Παλαιά Διαθήκη, 912 χρόνια. Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων. * * * ο, ΝΑ μυθ.… …   Dictionary of Greek

  • Σημ — Άγιος της Αν. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρεται στην Παλαιά Διαθήκη. Ήταν γιος του Νώε, πατέρας του Αρφάξαδ και πρόγονος του Θάρα, πατέρα του Αβραάμ και επομένως ήταν πρόγονος του Ιησού. Η μνήμη του τιμάται την Κυριακή των Προπατόρων. * * * ο, ΝΜΑ… …   Dictionary of Greek

  • προπάτωρ — ορος, ο, ΝΜΑ, και προπάτορας Ν 1. ο πρώτος πατέρας γένους, ο γενάρχης (α. «στη γη όπου έζησαν οι προπάτορές μας» β. «ὦ Ζεῡ, προγόνων προπάτωρ», Σοφ.) 2. πληθ. οι προπάτορες α) οι πατριάρχες τής Παλαιάς Διαθήκης Αβραάμ, Ισαάκ, Ιακώβ β) (γενικά) οι …   Dictionary of Greek

  • Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… …   Dictionary of Greek

  • Δεββώρα — Βιβλικό πρόσωπο. Ηρωίδα και ποιήτρια του αρχαίου Ισραήλ, τρίτη μεταξύ των Κριτών. Με υπόδειξή της ο στρατηγός και κριτής Βαράκ επιτέθηκε εναντίον του Σισάρα, στρατηγού των Χαναναίων και τον νίκησε. Στον εορτασμό της νίκης η Δ. έψαλε με τον Βαράκ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”